- πυθιόνικος
- και πυθόνικος, -ον, Ααυτός που ανήκει ή αναφέρεται σε νίκη στα Πύθια.[ΕΤΥΜΟΛ. < πύθια + -νικος (< νίκη), πρβλ ὀλυμπιό-νικος].
Dictionary of Greek. 2013.
Dictionary of Greek. 2013.
Πυθιόνικος — Πῡθιόνῑκος , Πυθιόνικος of masc/fem nom sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
πυθιόνικος — πῡθιόνῑκος , Πυθιόνικος of masc/fem nom sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Πυθιόνικον — Πῡθιόνῑκον , Πυθιόνικος of masc/fem acc sg Πῡθιόνῑκον , Πυθιόνικος of neut nom/voc/acc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
πυθιόνικον — πῡθιόνῑκον , Πυθιόνικος of masc/fem acc sg πῡθιόνῑκον , Πυθιόνικος of neut nom/voc/acc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Πίνδαρος — I Αρχαίος Έλληνας ποιητής (Κυνός Κεφαλαί, Βοιωτία 518 Άργος 440 π.Χ.), ο κορυφαίος των αρχαίων λυρικών. Ξένος πνευματικά στη μεταβολή που ακολούθησε μετά τους περσικούς πολέμους και οδήγησε στον θρίαμβο της δημοκρατίας, παράμεινε επίμονα… … Dictionary of Greek
νίκη — I Μυθολογική θεότητα. Ήταν η προσωποποίηση της ιδέας της νίκης, κόρη του γίγαντα Πάλλαντα και της Στυγός, που την πήγε στο Δία για να τον βοηθήσει στον αγώνα του εναντίον των Τιτάνων. Από τότε έμεινε για πάντα στον Όλυμπο με τον Δία. Η Ν. δεν… … Dictionary of Greek
πυθόνικος — ον, Α βλ. πυθιόνικος … Dictionary of Greek
Σαντορίνη — Νησί των Κυκλάδων, το νοτιότερο, μαζί με την Ανάφη, του νησιωτικού συμπλέγματος. Λέγεται και θήρα. Έχει έκταση 76 τ. χλμ. και πληθυσμό 8771 κατ. θήρα είναι το αρχαίο όνομα του νησιού· το όνομα Σαντορίνη παρουσιάζεται το 14o αι. Συχνά με τον όρο… … Dictionary of Greek
Πυθιονίκου — Πῡθιονί̱κου , Πυθιόνικος of masc/fem/neut gen sg Πῡθῑονίκου , Πυθιονίκης conqueror in the Pythian games masc gen sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
πυθιονίκου — πῡθιονί̱κου , Πυθιόνικος of masc/fem/neut gen sg πῡθῑονίκου , Πυθιονίκης conqueror in the Pythian games masc gen sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)